03 Οκτ 2019
Ο Αληθινός και o Ιδανικός Εαυτός στην Προσωποκεντρική Προσέγγιση

Ο Αληθινός και o Ιδανικός Εαυτός στην Προσωποκεντρική Προσέγγιση

Ενα σημαντικό στοιχείο που κρατάει τους ανθρώπους “κλειδωμένους”, είναι η πεποίθησή τους πως ο αληθινός τους εαυτός – ο εσωτερικός εαυτός, ο εαυτός που έχουν κρύψει από τους άλλους – δεν αξίζει την αγάπη. Είναι αρκετά εύκολο να εντοπίσουμε την προέλευση αυτού του συναισθήματος. Το αυθόρμητο συναίσθημα ενός παιδιού, η πραγματική του ιδιοσυγκρασία, συχνά αποδοκιμάζονται από τους γονείς και άλλα σημαντικά για το παιδί πρόσωπα. Ως αποτέλεσμα, το παιδί ενδοβάλει τις συμπεριφορές που οι σημαντικοί άλλοι εγκρίνουν και αισθάνεται πως οι αυθόρμητες αντιδράσεις του και ο αληθινός του εαυτός το καθιστούν ένα πρόσωπο ανάξιο της αγάπης.”

(A way of being, Rogers C., 1980. p226)

Τι ορίζουμε όμως ως “Εαυτό”;

Σταδιακά, καθώς το παιδί αναπτύσσεται, ένα κομμάτι της εμπειρίας του οργανώνεται ως “Εγώ”: ένα αρκετά δομημένο αλλά και ρευστό συνάμα οικοδόμημα από πεποιθήσεις και αξίες. Όσο το παιδί αλληλεπιδρά με το περιβάλλον του, σταδιακά κατασκευάζει αντιλήψεις για τον εαυτό του, το περιβάλλον του και τον εαυτό του σε σχέση με το περιβάλλον.

Σε μια συνεδρία, συμβαίνει συχνά ο θεραπευόμενος να διαπιστώνει με έκπληξη πως έχει πολλές όψεις, οι οποίες συχνά μάλιστα συγκρούονται μεταξύ τους. Κάποιες σχηματίστηκαν ήδη από την παιδική του ηλικία, όταν ήταν διατεθειμένος να υπακούσει στα “πρέπει” των γονιών του προκειμένου να εξασφαλίσει την επιδοκιμασία τους.

Σύμφωνα με την πυραμίδα του Μάσλοου, αμέσως μετά τις πρωταρχικές ανάγκες του ανθρώπου για επιβίωση και ασφάλεια έρχεται η ανάγκη του για αγάπη και ανήκειν. Είναι λοιπόν αναπόφευκτο να ενδοβάλουμε τις αξίες των σημαντικών άλλων, αυτές που στην Προσωποκεντρική Προσέγγιση αποκαλούμε “όρους αξίας”.

Όταν για παράδειγμα μία μητέρα υποδεικνύει στον τρίχρονο γιο της πως “τα αγόρια δεν κλαίνε” ή στην πεντάχρονη κόρη πως “οι κυρίες δε θυμώνουν”, τα παιδιά αυτά πιθανότατα θα προσαρμοστούν στις πεποιθήσεις του περιβάλλοντος. Ως αποτέλεσμα, θα αναγκαστούν να στρεβλώσουν ή ακόμη και να αρνηθούν να “συμβολοποιήσουν” την εμπειρία τους. Ως άντρας πια ο εν λόγω τρίχρονος κάθε φορά που νιώθει θλίψη θα προτιμήσει ίσως να την εκφράζει ως θυμό. Ως γυναίκα, η πεντάχρονη του παραδείγματος κάθε φορά που νιώθει θυμό ενδέχεται να υποφέρει από πονοκέφαλο. Με αυτό τον τρόπο, οι όροι αξίας καπελώνουν τα αυθόρμητα “θέλω” – “δεν θέλω” του οργανισμού.

Ένα θέμα που αναδύεται και στην Εκπαίδευση Αποτελεσματικού Γονέα, είναι πως όσο περισσότερο οι γονείς θέτουν όρους στην αποδοχή προς το παιδί τους, τόσο περισσότερο εκείνο θα σταματήσει να ακούει τις αυθόρμητες ανάγκες του οργανισμού του, με αποτέλεσμα ως ενήλικας πια, να έχει χάσει την επαφή με τα δικά του “θέλω” και εσωτερικά κίνητρα.

Εδώ αξίζει ίσως να υπογραμμιστεί πως ακόμη κι όταν ένας γονιός δείχνει περήφανος για το παιδί του και το επαινεί, με έναν τρόπο του υποδεικνύει πως είναι αγαπητό μονάχα υπό όρους πχ “Τι καλό κορίτσι που είσαι! Πόσο περήφανη είμαι για σένα που βγήκες πρώτη μαθήτρια στην τάξη σου!” Παρατηρείστε πόσο διαφορετικά μπορεί να προσλαμβάνονται τα παραπάνω μηνύματα από το εξής Μήνυμα – Εγώ Απλής Δήλωσης: “Είμαι πολύ χαρούμενη που ανταμείφθηκαν οι κόποι σου γιατί διάβασες πραγματικά σκληρά αυτή την χρονιά”. Στην δεύτερη περίπτωση, η εστία αξιολόγησης μεταφέρεται στο ίδιο το παιδί. Επιπλέον, εξηγείται το “γιατί” και δεν μπαίνουν ταμπέλες που να εγκλωβίζουν το κορίτσι σε συγκεκριμένες συμπεριφορές.

Κι εμείς που οι γονείς μας αγάπησαν υπό όρους τι πάθαμε;

Φανταστείτε να έχετε πειστεί από το περιβάλλον σας πως είστε όμορφη κι ελκυστική μονάχα όταν κυκλοφορείτε με ψηλοτάκουνα παπούτσια, πως αλλιώς σας λείπει η θηλυκότητα. Μετά από χρόνια, δεν μπορείτε να διονοηθείτε να βγείτε έξω από το σπίτι χωρίς τις πανύψηλες γόβες σας γιατί έχουν πλέον γίνει αναπόσπαστο κομμάτι της αυτοεικόνας σας.

Το σώμα όμως αρχίζει να αντιδρά: κουράζεστε πιο εύκολα από παλιά κι επιπλέον έχετε αποκτήσει κι ένα αντιπαθητικό κότσι. Σε κάποιες μάλιστα κοινωνικές εκδηλώσεις νιώθετε μέχρι και άβολα που άλλες κοπέλες δείχνουν τόσο θελκτικές με τα ίσια τους σανδάλια ενώ εσείς θα νιώθατε εντελώς απεριποίητες με μια αντίστοιχη εμφάνιση. Βαθιά μέσα σας θέλετε να ζήσετε και χωρίς τακούνια ή έστω να επιλέγετε πότε θα τα φοράτε, σας φαίνεται όμως αδύνατο να τα αποχωριστείτε ακόμη κι όταν μερικές φορές τα πόδια σας πονάνε αφόρητα.

Ο οργανισμός πιέζει να αναγνωριστούν και να ικανοποιηθούν οι ανάγκες του, με αποτέλεσμα την ψυχολογική δυσφορία στην καλύτερη περίπτωση, το άγχος και τις κρίσεις πανικού σε πιο ακραίες εκδηλώσεις.

Κάποια από τα πιο συχνά αιτήματα των θεραπευόμενων είναι τα εξής: “Δεν ξέρω τι φοβάμαι”, Δεν ξέρω τι θέλω”, “Αδυνατώ να πάρω αποφάσεις”, “Δεν έχω πραγματικό νόημα στη ζωή μου”. Η αποξένωση από τον πραγματικό εαυτό, είναι ίσως και το κόστος του να είμαστε σε διαρκή άμυνα από το να έρθουμε σε επαφή με την αληθινή μας εμπειρία.

Στην καθημερινότητά μας είναι συχνά δύσκολο να να είμαστε απόλυτα ο εαυτός μας, είτε εξαιτίας του κοινωνικού πλαισίου είτε εξαιτίας των ενδοβαλμένων “όρων αξίας”. Φαίνεται να είναι πολύ επικίνδυνο να βιώνουμε ελεύθερα και πλήρως την εμπειρία μας.

Όταν όμως είμαστε εγκλωβισμένοι σε μια αυστηρά δομημένη αυτοεικόνα, από τη μια εμείς δυσφορούμε εξαιτίας του χάσματος του πραγματικού με τον ιδανικό εαυτό, από την άλλη αδυνατούμε να συνδεθούμε από καρδιάς με τους άλλους, αφού κρύβουμε και από εμάς τους ίδιους τα πιο ευάλωτα και βαθιά κομμάτια μας.

Υπάρχει μάλιστα ο κίνδυνος να αντιλαμβανόμαστε τους άλλους ακόμη και ως απειλή, γιατί συχνά κατά την διάρκεια της αλληλεπίδρασης η ιδανική αυτή εικόνα που έχουμε με τόσο κόπο χτίσει ενδέχεται να τεθεί υπό αμφισβήτηση. Κι έπειτα, πώς να κατανοήσουμε άραγε τον Άλλο όταν τον αντιλαμβανόμαστε μονάχα ως απειλή ή ως μη – απειλή της αυτοεικόνας μας;

Πώς ξαναβρίσκουμε τον αληθινό μας εαυτό με την βοήθεια της ψυχοθεραπείας

Μου φαίνεται πως κατά βάθος όλοι οι θεραπευόμενοι ρωτάνε: “Ποιός είμαι πραγματικά; Πώς μπορώ να έρθω σε επαφή με τον αληθινό εαυτό μου κάτω από την επιφανειακή πρέπουσα συμπεριφορά μου; Πώς μπορώ να γίνω ο εαυτός μου;

(On becoming a person, Rogers, C, 1967, p. 108).

Στο πλαίσιο της θεραπευτικής συμμαχίας, ο θεραπευόμενος αντί να νιώθει μοναξιά και έλλειψη αγάπης για τις οργανισμικές του ανάγκες, όπως είχε συνηθίσει ως τώρα, αρχίζει να νιώθει ασφάλεια και φροντίδα. Ο σύμβουλος δείχνει θετική στάση και αναγνωρίζει τόσο τις ήδη γνωστές στον θεραπευόμενο διαμορφώσεις πχ “καλή νοικοκυρά” ή “κουβαλητής του σπιτιού” όσο και κάποιες που ο ίδιος δεν έχει καταφέρει ακόμη να συμβολοποιήσει καθαρά πχ “ντροπαλό κοριτσάκι”ή “τοσοδούλης κι ασήμαντος”.

Ο θεραπευτής, με ενσυναίσθηση, θετική στάση και αυθεντικότητα, αναγνωρίζει και αποδέχεται ακόμη και τις εμπειρίες εκείνες που ο θεραπευόμενος ως τώρα στρέβλωνε ή αρνιόταν να συμβολοποιήσει. Σιγά σιγά ο πελάτης νιώθει ότι αξίζει την αποδοχή, επιτρέπει στον εαυτό του να είναι ευάλωτος και αληθινός και με έναν ήσυχο, μαγικό τρόπο επέρχεται η θεραπευτική αλλαγή.

Ο θεραπευόμενος μάλιστα φτάνει να απολαμβάνει το εκάστοτε βίωμά του αντί να το αντιλαμβάνεται ως απειλή. Αρχίζει να εκτιμάει τον εαυτό του και μοιάζει σαν μικρό παιδί που “απολαμβάνει αυθόρμητα αυτή την πρωτόγονη χαρά της ζωής”. (On becoming a person, p 88)

Κι άμα βρω τον Εαυτό μου, μετά τι;

O θεραπευόμενος όλο και λιγότερο αναζητάει την έγκριση των άλλων. Αποκτάει μια αίσθηση δύναμης αφού η εστία αξιολόγησης έχει πια μεταφερθεί από τους άλλους στον ίδιο. Μειώνεται αισθητά το χάσμα ανάμεσα στον αληθινό και τον ιδανικό εαυτό, ανάμεσα σε αυτό που είναι και σε αυτό που θέλει να δείχνει.

Απολαμβάνει την ελευθερία του να ζει χωρίς μάσκες αφού επιτρέπει στον εαυτό του να βιώνει αυθόρμητα τις εμπειρίες του χωρίς τον περιορισμό της τιμωρίας ή της ανταμοιβής. Ο θεραπευόμενος είναι μάλιστα περισσότερο στο “εδώ και τώρα” γιατί είναι πλέον σε επαφή με την άμεση εμπειρία του, τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τις αισθήσεις του, αφού δεν τα λογοκρίνει.

Συνειδητοποιεί μάλιστα τον εαυτό του ως διαδικασία, ως ένα οικοδόμημα σε συνεχή εξέλιξη, σε αντίθεση με την πρότερη εύθραυστη παγιωμένη αυτοεικόνα του που συχνά αισθανόταν ότι απειλείται.

Αυτό το “άνοιγμα” στην εσωτερική και εξωτερική εμπειρία ακολουθείται από την αποδοχή της εμπειρίας των άλλων ανθρώπων. Βελτιώνονται λοιπόν οι διαπροσωπικές του σχέσεις αφού και είναι πιο αυθεντικός και αποδέχεται πιο εύκολα και τις ευάλωτες πλευρές και των άλλων ανθρώπων.

Η βαθύτερη απελπισία από όλες είναι να μην είμαι ο εαυτός μου. Στην αντίπερα όχθη είναι η ευθύνη να επιλέξω να είμαι ο εαυτός μου” υποστήριξε ο Soren Kierkergaard. Η ελευθερία να είμαστε ο εαυτός μας απαιτεί τρομακτική ευθύνη. Εσείς τι θα επιλέξετε;

Βιβλιογραφικές αναφορές

Cooper, M. (2007). The handbook of person-centred psychotherapy and counselling. Basingstoke: Palgrave Macmillan.

Gordon, T. (2003). Τα μυστικά του αποτελεσματικού γονέα. Μια πρωτοποριακή μέθοδος εκπαίδευσης γονέων για την ανατροφή υπεύθυνων παιδιών. Αθήνα: Gordon Hellas, ΜΑΡΤΗΣ.


Mearns, D., & Thorne, B. (1988). Person-centred counselling in action. London: Sage Publications.

Rogers, C.R. (1961). On becoming a person. Oxford, England: Houghton Mifflin.


Rogers, C. R. (1980). A way of being. Boston: Houghton Mifflin.


Rogers, C. R. (1957). ‘The Necessary and Sufficient Conditions of Therapeutic Personality Change’. Journal of Consulting Psychology, Vol. 21, pp 95–103.


Rogers, C. R. (1959). A theory of therapy, personality and interpersonal relationships as developed in the client-centered framework. McGraw-Hill.

Rogers, C. R., & Therapy, C. C. (1951). Its Current Practice, Implications and Theory. London: Constable, 184-256.

Συγγραφέας: Μαρία Μαγγανάρη

Msc in Person – Centered Counseling and Psychotherapy

P.E.T., T.E.T., M.B.A.

mariamanganari.gr