- BY dscreative
- POSTED IN Άρθρα
- WITH 0 COMMENTS
- PERMALINK
- STANDARD POST TYPE
“Δεν είμαστε παρά μια όψη, ένα στοιχείο, ένα κομματάκι του ευρύτερου πλαισίου. Οι σχέσεις είναι απαραίτητες για την ίδια την επιβίωσή μας και μας εμπνέουν για όλα όσα κάνουμε”.
(Deurzen, 1997:95)
Είναι μερικοί θεραπευόμενοι, που όσο και να προσπαθώ να συνδεθώ, όλο τους «χάνω». Είτε μου μιλάνε για θέματα γενικού ενδιαφέροντος, είτε αποφεύγουν να αναφερθούν στο συναίσθημά τους και εκλογικεύουνε τα πάντα, είτε σα να μην έχουν τίποτα να πουν. Φοβάμαι ότι δε με εμπιστεύονται. Κι όμως, δείχνουν να παίρνουν τη θεραπεία τους πολύ στα σοβαρά και υποστηρίζουν μάλιστα ότι έχουνε ωφεληθεί σημαντικά.
Δε σχετιζόμαστε όλοι με τον ίδιο τρόπο ούτε το ίδιο βαθιά. Τι είναι όμως αυτό που καθορίζει το πόσο εύκολη και έντονη θα είναι για εμάς η σύνδεση εντός και εκτός της θεραπευτικής συνεδρίας;
Το σχεσιακό βάθος
Ο Mick Cooper, ως σχεσιακό βάθος ορίζει «την κατάσταση εκείνη βαθιάς επαφής και σύνδεσης μεταξύ δύο ατόμων, κατά την οποία το καθένα από αυτά είναι απόλυτα αληθινό με το άλλο αλλά και ικανό να κατανοήσει τις εμπειρίες του άλλου σε βάθος». (2017, Mearns, D., & Cooper, M.). Σύμφωνα με την έρευνα, τόσο στις διαπροσωπικές μας σχέσεις όσο και στη θεραπεία μας, υπάρχουν τέσσερις παράγοντες που επηρεάζουν το «σχεσιακό βάθος»:
Ενδοπροσωπικός παράγοντας: αφορά το κατά πόσο είμαι αυθεντικός και ανοιχτός, εγώ με εμένα τον ίδιο, αυθόρμητος και παρών στη στιγμή.
Η εμπειρία μου από τον Άλλο: κατά πόσο εκείνος είναι αυθεντικός, αξιόπιστος και ποιές είναι οι πεποιθήσεις του και η αποδοχή που δείχνει προς εμένα.
Σύνδεση: κατά πόσο συναντιόμαστε πνευματικά, νιώθουμε οικειότητα, είμαστε ισότιμοι μες στη σχέση. Κατά πόσο βρισκόμαστε στην ίδια συχνότητα και έχουμε τον ίδιο ρυθμό συλλογισμού και συναισθηματικών διεργασιών.
Ατμόσφαιρα: η ατμόσφαιρα που δημιουργείται ανάμεσα σε δύο ανθρώπους είναι κάθε φορά μοναδική, έχει να κάνει με το «εδώ και τώρα» την κάθε στιγμή και είναι περισσότερο μια αίσθηση, έχει μια χροιά μάλλον πνευματική.
Σε τι μας βοηθάει όμως η βαθιά σχέση με τον Άλλο είτε μιλάμε για τα προβλήματά μας με έναν φίλο, είτε διασκεδάζουμε παρέα και περνάμε τόσο καλά ώστε να δημιουργούμε μοναδικές κοινές αναμνήσεις; Η ανθρώπινη σύνδεση έχει αποδειχτεί ότι μας διευκολύνει στο να μειωθεί το συναισθηματικό πλημμύρισμα όταν βιώνουμε πρόβλημα, ενδυναμώνει τις διαπροσωπικές σχέσεις, μας εκπαιδεύει να εκφράζουμε ακόμη και τα δυσάρεστα, αλλά μας διευκολύνει και στο να αλλάξουμε. Σε βάθος χρόνου, το σχεσιακό βάθος με κάποιον άλλο, προάγει την καλύτερη σχέση και με τον ίδιο μας τον Εαυτό.
Η θεωρία ασφαλούς δεσμού
Αν ανατρέξουμε στη θεωρία του ασφαλούς δεσμού (attachment theory) του Bowlby, το παιδί κυρίως κατά το πρώτο έτος της ζωής του θρέφεται συναισθηματικά από τον δεσμό που χτίζει με την μητέρα του. Κατά τον πρώτο χρόνο της ζωής μας, δεν έχουμε την αντίληψη του ξεχωριστού Εαυτού από τη μητέρα μας, και η ενεργή παρουσία της μας δίνει μια αίσθηση ασφάλειας και σιγουριάς. Σιγά – σιγά, αποκτούμε την αίσθηση πως είμαστε ξεχωριστά όντα, πως οι πράξεις μας έχουν συνέπειες στο περιβάλλον μας και στους άλλους, αλλά και το αντίστροφο.
Η έρευνα αποδεικνύει πως τον τρόπο με τον οποίο σχετιζόμαστε με τους άλλους, τον ενδοβάλλουμε. Αν για παράδειγμα έχουμε μια απόμακρη μητέρα, μεγαλώνοντας θα βιώνουμε αποξένωση και με τον ίδιο μας τον εαυτό. Αν έχουμε έναν βαθιά επικριτικό πατέρα, θα αναπτύξουμε έναν εσωτερικό κριτή που θα είναι τύραννος και δε θα μας αφήνει να χαρούμε ούτε και να χαλαρώσουμε. Αν οι γονείς μας ή οι σημαντικοί άλλοι δείχνουν μάλλον αποδοχή απέναντί μας ακόμη κι όταν δεν εγκρίνουν τις συμπεριφορές μας και μας αγκαλιάζουν όταν υποφέρουμε αντί να μας επικρίνουν, τότε είναι πολύ πιθανό κι εμείς στην ενήλικη ζωή μας να είμαστε αυθεντικοί και ευθείς όσο δυσάρεστα και αν είναι τα συναισθήματά μας.
Παρατηρούμε ένα φαύλο κύκλο δηλαδή, κατά τον οποίο η αποσύνδεση με τους σημαντικούς άλλους στην παιδική ηλικία οδηγεί στην αποσύνδεση με τον εαυτό και αυτή με τη σειρά της στην αποσύνδεση με τους άλλους στην ενήλικη ζωή.
Σύμφωνα με τις δεκαεννιά συνθήκες του Rogers, η αιτία της ψυχολογικής δυσφορίας αλλά και της ψυχοπαθολογίας, είναι ακριβώς αυτή: η αποξένωση από τον εαυτό. Ενδοβάλλοντας τους όρους αξίας από το περιβάλλον μας, υιοθετώντας τα «πρέπει» των άλλων και ξεχνώντας τα δικά μας θέλω, να ικανοποιήσουμε τις δικές μας ανάγκες δηλαδή, γινόμαστε δυστυχισμένοι.
Όπως άλλωστε το έχει θέσει και ο Sartre, ο Άλλος είναι καθοριστικός για την ύπαρξή μας. Είναι λοιπόν ύψιστης σημασίας για τους γονείς να σχετίζονται όσο γίνεται ισότιμα με τα παιδιά τους. Οι σχέσεις ανταγωνισμού μας ανακινούν συναισθήματα κυριαρχίας, υποταγής ή απόσυρσης. Όταν βιώνουμε τους άλλους ως επικριτικούς ή/και τιμωρητικούς αποκτούμε μια αίσθηση κατωτερότητας, νιώθουμε την ανάγκη να κρυφτούμε και παγιώνεται η πεποίθηση πως πρέπει να παλέψουμε σκληρά για να επιβιώσουμε. Αντίθετα, οι σχέσεις συνεργασίας μας εμπνέουν συναισθήματα ισοτιμίας, γενναιοδωρίας και συνεργασίας.
Το άγχος της αποσύνδεσης
Μολονότι με τα social media φαίνεται σα να είμαστε μονίμως συνδεδεμένοι, η μοναξιά και η έλλειψη εγγύτητας είναι ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα της εποχής μας.
Πολλοί είναι οι θεραπευόμενοι που ομολογούν πως βιώνουν τεράστια μοναξιά αφού δεν έχουν ούτε έναν άνθρωπο στον οποίο να αισθάνονται άνετα να μιλήσουν για όσα τους απασχολούν, είτε γιατί φοβούνται ότι θα τους κρίνουν είτε γιατί ο ακροατής δεν θα μείνει στην εμπειρία τους αλλά θα σπεύσει να τους κάνει κήρυγμα ή να δώσει λύσεις.
Όσοι πάλι υποφέρουν από κατάθλιψη, το βασικό συναίσθημα που βιώνουν είναι η απάθεια και η αποξένωση, σα να μην ανήκουν πουθενά.
Η έλλειψη σχετίζεσθαι, η απουσία υποστηρικτικού πλαισίου, είναι κι ένας βασικός παράγοντας άγχους, αφού μόλις αισθανθούμε μόνοι, όλα ξαφνικά μοιάζουν απειλητικά.
Η απόλυτη μορφή αποξένωσης είναι η ψύχωση, όταν δηλαδή ο άνθρωπος νιώθει αποκοπή από τον ίδιο του τον εαυτό αλλά και απόλυτη έλλειψη ενσυναίσθησης για την εμπειρία του Άλλου.
Βασική ανάγκη του ανθρώπου μετά την επιβίωση, είναι η αναγνώριση και ο σεβασμός της μοναδικότητάς του ώστε να βρει χώρο και χρόνο για να αναστοχαστεί και να μεγαλουργήσει.
Η αποσύνδεση στην πραγματικότητα είναι ένας μηχανισμός επιβίωσης και όχι μια επιλογή. Είναι ένας τρόπος να προσαρμοστεί ο οργανισμός σε δύσκολες ή/και τραυματικές εμπειρίες ή στην επίκριση και στην απόσυρση του Άλλου. Δυστυχώς, ενώ ξεκινάει ως άμυνα, αυτοματοποιείται κι έτσι ακόμη και όταν οι συνθήκες ευνοούν τη σύνδεση μεταξύ δύο ανθρώπων, συχνά μας είναι αδύνατο να αποτινάξουμε την ήδη παγιωμένη συμπεριφορά.
Κάθε φορά δηλαδή που δυσκολευόμαστε να διαχειριστούμε ένα δυσάρεστο συναίσθημα, μπορεί αυτόματα να ακολουθήσουμε στρατηγικές αποσύνδεσης όπως το να επιδοθούμε σε εργασιοθεραπεία ή άλλες ασχολίες, να γίνουμε επιθετικοί, να παγώσουμε, να αποσυρθούμε, να μιλάμε μόνο επιφανειακά, να επιδείξουμε δυσανάλογο χιούμορ, να κάνουμε χρήση ουσιών, να ονειροπολήσουμε, να γίνουμε ελεγκτικοί, να αλλάξουμε θέμα, να σιωπήσουμε, να κρίνουμε τον εαυτό μας ή να μπούμε στη θέση του θύματος.
Πώς θα ξανασυναντηθούμε;
Ακόμη και σε επιζώντες πολέμου, για ανθρώπους που έχουν βιώσει έντονο μετατραυματικό στρες ή για ανθρώπους με σοβαρές διαταραχές προσωπικότητας, η σχέση με έναν σύντροφο, φίλο ή θεραπευτή μπορεί να αποδειχθεί το καλύτερο φάρμακο. Η αίσθηση πως νιώθουμε ασφαλείς στο πλαίσιο μιας σχέσης, πως αξίζουμε την άνευ όρων αποδοχή, μας δίνει δύναμη όχι μονάχα να αντιμετωπίσουμε τις αντιξοότητες της ζωής, αλλά και να ανθίσουμε.
Για να συνδεθούμε με τον άλλο, απαραίτητη προϋπόθεση είναι να έρθουμε σε επαφή με τον ίδιο μας τον εαυτό, με όσο γίνεται περισσότερες πλευρές μας, ακόμη και τις πιο ευάλωτες.
Στο θεραπευτικό πλαίσιο
Στο πλαίσιο της προσωποκεντρικής προσέγγισης, αλλά και όλων των ανθρωπιστικών κατευθύνσεων της ψυχοθεραπείας (υπαρξιακή, πλουραλιστική, gestalt), η σχέση που χτίζει ο θεραπευτής με τον θεραπευόμενο είναι σπουδαίας σημασίας.
Για το λόγο αυτό και παραχωρώ μια πρώτη συνεδρία γνωριμίας, ώστε να ακούσω το αίτημα του θεραπευόμενου, να του εξηγήσω πώς εργάζομαι, αλλά κυρίως να ψηλαφίσουμε λιγάκι ο ένας τον άλλο, να πάρουμε μια γεύση αν μπορούμε να χτίσουμε τη θεραπευτική συμμαχία ώστε εκείνος να νιώσει ασφαλής και να ανθίσει.
Εξάλλου, τι είναι η ψυχοθεραπεία; Η γνωριμία με τον ίδιο μας τον εαυτό στο παρόν, παρελθόν και μέλλον, και η βελτίωση της σχέσης με εμάς τους ίδιους, τους άλλους και τον κόσμο.
Το σχεσιακό βάθος βέβαια, δεν το βιώνουν πάντοτε μαζί θεραπευτής και θεραπευόμενος. Από την μία, πολλές φορές οι θεραπευόμενοι μου εκμυστηρεύονται πόσο τους συγκίνησε μια απόκρισή μου ή στάση μου απέναντί τους ενώ εγώ ενδέχεται να μην έχω νοηματοδοτήσει την συγκεκριμένη περίσταση ως ιδιαίτερα σημαντική. Από την άλλη, εγώ πολλές φορές συνέβη να νιώσω βαθιά σύνδεση μεταξύ μας αλλά εκείνοι να μην την βίωσαν με τον ίδιο τρόπο.
Αυτό όμως που μετράει τελικά, είναι η σχέση και η κοινή ανθρώπινη εμπειρία που μοιάζει με ταξίδι και που νοηματοδοτούμε με παρόμοιο τρόπο. Το θεραπευτικό πλαίσιο λειτουργεί λοιπόν και ως ένας ασφαλής χώρος ψυχοεκπαίδευσης, όπου μεταξύ άλλων, ο θεραπευόμενος κάνει με έναν τρόπο «πρόβα» για να συνδεθεί υγιώς και ισότιμα και στον έξω κόσμο.
Πόσο βαθιά μπορούμε να σχετιστούμε στην online θεραπεία;
Πόσο μπορούμε να σχετιστούμε μέσα από μια οθόνη; Μπορεί η online συνεδρία να αντικαταστήσει την onsite στο γραφείο του θεραπευτή; Οι σχετικές έρευνες είναι ελάχιστες μιας και πρόκειται για μια μάλλον νέα μέθοδο. Πολλοί συνάδελφοι και θεραπευόμενοι αναγκάστηκαν να τη δοκιμάσουν στην περίοδο του lock down, εγώ όμως που ήδη εργάζομαι καιρό σχεδόν κατά αποκλειστικότητα με αυτό τον τρόπο, έχω διαπιστώσει πως έχει αποτελέσματα.
Καταρχάς επιτρέπει την ανθρώπινη επαφή σε ανθρώπους που διαφορετικά θα βίωναν την απόλυτη αποξένωση όπως άτομα με κινητικές δυσκολίες, άλλους που λόγω κατάθλιψης και αγοραφοβίας αδυνατούν να βγουν από το σπίτι ή που λόγω εργασίας βρίσκονται στο εξωτερικό ή διαρκώς σε κίνηση.
Είναι αλήθεια πως με την παραμικρή ευκαιρία οι θεραπευόμενοι μου ζητούν να με συναντήσουν από κοντά, κάτι που κι εγώ επιδιώκω όποτε είναι εφικτό. Πολλοί όμως έχουν ολοκληρώσει έναν μικρότερο ή μεγαλύτερο κύκλο συνεδριών με μεγάλη επιτυχία, και η ζωή τους πραγματικά άλλαξε χωρίς να με συναντήσουν ποτέ τους δια ζώσης. Χτίσαμε με τον δικό τους το ρυθμό μια σχέση, βουτήξαμε μέχρι εκεί που ήθελε και άντεχε ο καθένας, συναντηθήκαμε και συγκρουστήκαμε, όλα αυτά μέσα από μια οθόνη. Όταν πια ένιωσαν έτοιμοι, προχώρησαν στο δρόμο τους έχοντας ως ένα βαθμό κατακτήσει την βασική δεξιότητα του να σχετίζονται υγιώς και ισότιμα με τον εαυτό τους και τους άλλους.
Βιβλιογραφία
Bowlby, John. Attachment and Loss, volume 1: Attachment. Basic Books, 1969.
Bowlby, John. Attachment and Loss, volume 2: Separation. Basic Books, 1973.
Bowlby, John. Attachment and Loss, volume 3: Loss. Basic Books, 1973.
Johnson, Sue and Leslie Greenberg. Relating process to outcome in marital therapy. Journal of Marital and Family Therapy, 1988.
Johnson, Sue. Hold me tight. Seven conversations for a lifetime of love. Little, Brown and Company. New York, 2008.
Mearns, D., & Cooper, M. (2017). Working at relational depth in counselling and psychotherapy. Sage.
Rogers, C. R. (1957). The Necessary and Sufficient Conditions of Therapeutic Personality Change. Journal of Consulting Psychology, Vol. 21, pp 95–103.
Sartre, J. P. (2001). Being and nothingness: An essay in phenomenological ontology. Citadel Press.
Van Deurzen, E. (1997). Everyday Mysteries existential dimensions of psychotherapy.